Monday, May 24, 2010

Μια φορά κι έναν καιρό η Ευρωπαϊκή Ένωση…


Με αφορμή την οικονομική κρίση και τον εξαναγκασμό της Ελλάδας να καταφύγει στην ελεημοσύνη των ευρωπαίων εταίρων της για ν’ αποφύγει την πτώχευση, γίναμε μάρτυρες μιας αρνητικής συμπεριφοράς από κάποιους ευρωπαίους πολιτικούς και ιδιαίτερα της κυρίας Μέρκελ, συμπεριφορά που μας ξένισε και κακοφάνηκε. Πολλοί Έλληνες, αλλά κι ευρωπαίοι πολίτες, κατέκριναν την κυρία Μέρκελ, για την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος. Είπαν ότι φέρθηκε με άθλιο τρόπο απέναντι σε μια φίλη και σύμμαχη χώρα, ότι αντιμετώπισε με αυτοκρατορική αλαζονεία ένα εμπερίστατο μέλος της Ένωσης (ανεξάρτητα από τις δικές του ευθύνες για την κατάσταση στην οποία έχει εμπεριέλθει), ακόμη - ακόμη ότι με τη χρονοτριβή της ενίσχυσε την αδιαλλαξία των διεθνών αγορών εις βάρος της Ελλάδας, αλλά και άλλων ευρωπαϊκών κρατών που αντιμετωπίζουν ή πρόκειται να αντιμετωπίσουν παρόμοιο πρόβλημα. Έφτασαν να την κατηγορήσουν ότι με τη στάση της έβαλε σε κίνδυνο το ίδιο το ευρωπαϊκό νόμισμα στο οποίο στηρίζεται το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Είναι προφανές, σε όποιον αρέσκεται να μη μένει στην επιφάνεια, αλλά να εμβαθύνει στα γεγονότα, ότι οι κατηγορίες αυτές προς την κυρία Μέρκελ είναι ανυπόστατες και άδικες. Και είναι ανυπόστατες διότι η πρωθυπουργός της Γερμανίας, έκανε αυτό ακριβώς και στον χρόνο που έπρεπε ώστε να προασπίσει τα γερμανικά οικονομικά συμφέροντα και να εξαναγκάσει την Ελλάδα να δεχθεί με τους πιο επαχθείς όρους την ελεημοσύνη του ισχυρότερου μέλους της Ένωσης. Το οικονομικό όφελος της Γερμανίας είναι εξόφθαλμο. Τίθεται, όμως το ερώτημα, κατά πόσο μια τέτοια συμπεριφορά συνάδει με την λεγόμενη αλληλεγγύη που θα όφειλαν να επιδεικνύουν μεταξύ τους τα μέλη μιας Ένωσης τέτοιας εμβέλειας και με τόσο μακρόπνοους στόχους. Αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα, ότι το θέμα αγγίζει πλέον τα όρια της ηθικής και ξεφεύγει εντελώς από τη ρεαλιστική πολιτική που ασκεί κάθε έθνος για να υπερασπίζεται τα συμφέροντά του.

Στην ουσία λοιπόν, η κύρια Μέρκελ, κατηγορείται ότι χρησιμοποιεί την Ένωση κατά το δοκούν και πάντα με τρόπο που να βγαίνει κερδισμένη η χώρα της. Αυτό είναι μεν φυσιολογικό, για κάποιους όμως, είναι ανήθικο. Δεν ξέρω πόσο ονειροπόλος και ρομαντικός μπορεί να είναι ο καθένας μας, ασφαλώς όμως, δεν μπορεί να είναι τόσο αιθεροβάμων ώστε να φαντασιώνεται την ύπαρξη ενός ομοσπονδιακού υπερκράτους, του οποίου η κεντρική κυβέρνηση φροντίζει ισότιμα τα συνιστώσα μέλη χωρίς διακρίσεις. Μια τέτοια συμπεριφορά θα προϋπέθετε πράγματα που ούτε κατά διάνοια δεν ισχύουν στην περίπτωσή μας:

Θα προϋπέθετε μια Ευρώπη που έχει προχωρήσει πέρα από την επιφανειακή και αγοραία συμφωνία για οικονομική συνεργασία, σε μια βαθύτερη και ουσιαστικότερη ενοποίηση. Θα είχε δηλαδή πετύχει μια ένωση πολιτική, μια ισχυρή ομοσπονδία κρατών, με κεντρική κυβέρνηση, αναλογικά και ισότιμα συγκροτημένη από εκπροσώπους όλων των μελών της. Μια κυβέρνηση που θα αποφάσιζε με γνώμονα το γενικό καλό όλης της Ένωσης χωρίς να διαχωρίζει τα κράτη σε πρώτης και δεύτερης ταχύτητας εταίρους. Που θα ψήφιζε νόμους ομοσπονδιακούς, με γενική ισχύ για όλους. Νόμους που θα στόχευαν στην ευνομία και σωστή λειτουργία όλου του σώματος. Θα θέσπιζε κανόνες που θα έπρεπε να γίνονται απ’ όλους σεβαστοί, αλλά θα αναλάμβανε και την υποχρέωση να ακούει και να σέβεται τα αιτήματα όλων των πολιτών της, από όποια γωνιά της ομοσπονδίας κι αν προέρχονταν.

Θα προϋπέθετε μια Ευρώπη των λαών και όχι των πολυεθνικών και των τραπεζών. Μια Ευρώπη που θα έκλεινε οριστικά την πόρτα της στις διεθνείς ‘αγορές’ (αυτός είναι ο ευφημισμός που χρησιμοποιείται πλέον ευρέως για να χαρακτηρίσει τους διεθνείς κερδοσκόπους) και στα αθέμιτα παιχνίδια τους. Θα ποινικοποιούσε την απληστία και την οικονομική ασυδοσία με αυστηρότατες ποινές, που θα ξεκινούσαν από μεγάλα πρόστιμα και θα έφταναν μέχρι και τη δήμευση της περιουσίας εκείνων των επιχειρήσεων που δε θα πειθαρχούσαν. Οι τιμωρίες θα εφαρμόζονταν επί των ενόχων αδιακρίτως και η ιδιωτική πρωτοβουλία εάν ήθελε την κερδοφορία θα αποδεχόταν πρώτα τους κοινωνικούς κανόνες που οι λαοί θα της επέβαλαν.

Μια τέτοια Ευρωπαϊκή Ένωση θα προάσπιζε τα δικαιώματα των πολιτών της, στην ελευθερία, στην εργασία, στην ασφάλεια, στις κοινωνικές παροχές. Θα ήταν αδέκαστη κι αταλάντευτη στον αγώνα της για την ευτυχία των λαών της. Κανείς εσωτερικός ή εξωτερικός εχθρός της δημοκρατίας και της λαϊκής βούλησης δεν θα μπορούσε να προκαλέσει πρόβλημα στην Ένωση.

Θα χάραζε εξωτερική πολιτική με βάση τις παγκόσμιες αξίες της Δικαιοσύνης, του ανθρωπισμού (και πρωτίστως του σεβασμού της ανθρώπινης ζωής) και της ειρηνικής συνύπαρξης με όλα τα έθνη του κόσμου και δε θα έτρεχε ασμένως, σαν κομπάρσος, άθλιος χειροκροτητής πίσω από τις σκόνες που αφήνει στο πέρασμά της η αμερικανική υπερδύναμη. Θα ξεκαθάριζε στην αλαζονική υπερατλαντική αυτοκρατορία και στους μηχανισμούς ελέγχου της, ότι έχει δική της πολιτική, ότι δε δέχεται να συμμετάσχει σε βομβαρδισμούς αθώων πολιτών, σε δολοφονίες παιδιών, σε ισοπεδώσεις κρατών και λεηλασίες πολιτισμών. Ότι είναι πρόθυμη να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ, στην ειρηνική επίλυση κάθε παγκόσμιου προβλήματος, αλλά πάντα με γνώμονα τις ανθρωπιστικές αρχές οι οποίες προκύπτουν από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό αιώνων και που με τόσο αίμα (μέσα από τη συνεχή πάλη εναντίον της βαρβαρότητας) σ’ αυτή την ήπειρο στερεώσαμε έστω κι αν χρειάστηκε πολλές φορές να φάμε τις ίδιες μας τις σάρκες και να διαπράξουμε απίστευτες θηριωδίες. Με τους ίδιους όρους θα πρότεινε και την οικονομική συνεργασία μεταξύ των δυο Ενώσεων, προς όφελος του συμφέροντος και των δυο λαών.

Μια τέτοια Ένωση, θα φρόντιζε να ενισχύσει τη βοήθεια της στις οικονομικά αδύναμες χώρες του τρίτου κόσμου. Αντί να μαζεύει στα εδάφη της καραβιές εξαθλιωμένων προσφύγων μόνο και μόνο για να εκμεταλλευτεί με τόση χυδαιότητα την ανάγκη τους και ν’ αποκτήσει φτηνό εργατικό δυναμικό, θα λειτουργούσε ως πραγματικός οικονομικός γίγαντας, επενδύοντας κεφάλαια στις χώρες αυτές, χωρίς να θέτει αποικιοκρατικούς όρους και ν’ απαιτεί ανήθικα υπερκέρδη μέσω των διεφθαρμένων και διαπλεκόμενων κυβερνήσεων με τις οποίες θα συναλλασσόταν. Με διαφάνεια και υγιείς οικονομικά κανόνες θα βοηθούσε στην ανάπτυξη των φτωχών χωρών εξασφαλίζοντας αφ’ ενός πρόοδο για αυτές αφ’ ετέρου θεμιτά και νόμιμα κέρδη για την ίδια.

Μια πραγματική Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ήταν τόσο ευαισθητοποιημένη στα θέματα του περιβάλλοντος ώστε να μη περιφέρει σαν άστεγη πόρνη την οικολογική της ανησυχία για την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των λαών της. Αντί να αναλώνεται σε ατελεύτητα πλούσια δείπνα στις διάφορες πρωτεύουσες του κόσμου με πρόσχημα τις συζητήσεις για το παγκόσμιο κλίμα που διαρκώς ανακυκλώνονται και ουδέποτε τελεσφορούν, θα χτύπαγε το χέρι στο τραπέζι απέναντι σε εκείνες τις δυνάμεις που αδιαφορούν για την καταστροφή του πλανήτη μας και θα απαιτούσε η άποψή της να γίνει σεβαστή.

Ακόμη μια Ένωση αληθινή, παρά την ομοσπονδιακή της κεντρική κυβέρνηση, θα φρόντιζε να προασπίσει και να αναδείξει τη διαφορετικότητα της κουλτούρας ενός εκάστου μέλους της, αντί να προσπαθεί να τις ομογενοποιήσει (δηλαδή κιμαδοποιήσει στη μεγάλη κρεατομηχανή της παγκοσμιοποίησης) διότι θα αποδεχόταν το προφανές, ότι δηλαδή ο ευρωπαϊκός πολιτισμός είναι τόσο σπουδαίος ακριβώς επειδή κάθε λαός της Ευρώπης έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες και προσέφερε εξίσου με τις δικές του πρώτες ύλες στη διαμόρφωση αυτού του πολιτισμού. Θα φρόντιζε λοιπόν, η περί ης ο λόγος ένωση, να διακηρύξει παντού ότι το κάθε μέλος της δικαιούται (για να μην πω οφείλει) να κρατήσει αναλλοίωτα τα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά που τον διαφοροποιούν από τα υπόλοιπα μέλη έτσι ώστε να επιτευχθεί η αληθινή πολύ-πολιτισμικότητα η οποία ασφαλώς δε συνεπάγεται τη δια της βίας αφομοίωση σ’ ένα χωνευτήρι πολιτισμών. Η όποια ζύμωση και αλληλεπίδραση ανάμεσα στις κουλτούρες πρέπει να γίνεται φυσικά κι όχι εξαναγκαστικά διότι μόνον τότε το αποτέλεσμα είναι υγιές, συνενώνει τους λαούς σε κοινά ιδεώδη και δεν οπλίζει τα κανόνια της μισαλλοδοξίας και του εθνικισμού.

Υπάρχει, λοιπόν περιθώριο για μια τέτοια Ευρωπαϊκή Ένωση; Θεωρώ ότι προς το παρόν όχι. Οι συνθήκες δεν φαίνεται ότι έχουν ωριμάσει σ’ αυτόν τον βαθμό. Παρά τις διάφορες φωνές σημαντικών ανθρώπων στην Ευρώπη, που αφυπνίζονται και βλέπουν ότι αυτό το μόρφωμα που κατ’ ευφημισμόν ονομάζουμε Ε.Ε., είναι μια χαλαρή κοινότητα, που ελάχιστα έως καθόλου ενδιαφέρεται για την προαγωγή του πολιτισμού μένοντας μόνον σε αγοραίες συναλλαγές οικονομικών συμφερόντων το γενικό κλίμα δεν επιτρέπει αισιοδοξία. Το αίτημα για μια κοινή, μεγάλη πατρίδα δεν είναι παρά το όραμα ορισμένων ονειροπόλων, που απλά ευχόμαστε να υλοποιηθεί σ’ ένα απροσδιόριστο μέλλον.

Κακώς λοιπόν κατηγορείται η κυρία Μέρκελ για τη συμπεριφορά της απέναντι στους αδύναμους αυτής της αγοραίας κοινότητας. Αυτός είναι ο ρόλος της κι αυτό οφείλει να κάνει. Σε μια Ευρώπη των Λαών και του Δικαίου, άνθρωποι σαν την κυρία Μέρκελ (και μαζί φυσικά τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτικών, των οποίων ο λόγος, εν έτει 2010, θυμίζει ακόμη μαυρογιαλούρειες εξαγγελίες περασμένων δεκαετιών) δεν θα έχουν καμιά θέση στην πολιτική. Θα είναι ξεπερασμένα ανδρείκελα, άλλων καιρών χωρίς ισχύ και γνώμη. Απολιθώματα δεινοσαύρων, που θα εκτίθενται στα μουσεία της πολιτικής σκέψης ως τρανά παραδείγματα προς αποφυγή. Ως άνθρωποι που είχαν τη δύναμη να κάνουν κάτι πολύ μεγάλο, αλλά προτίμησαν να μείνουν στο σκοτάδι, ως δειλοί, άβουλοι και μοιραίοι…